Σκουλήκια είναι οι λέξεις μα η χαρά είναι φωνή/άλλος τραβάει για κάτω κι άλλος προς τα πάνω/τα στήθη θα παραμείνουν στήθη και οι μηροί μηροί/τα έργα δεν μπορούν να ονειρευτούν τι μπορούν τα όνειρα να κάνουν/- ο χρόνος είναι δέντρο ( ένα φύλλο αυτή η ζωή )/μα η αγάπη είναι ουρανός κι εγώ είμαι για σένα/για διάστημα μακρύ και ακριβώς τόσο πολύ.
E.E. Cummings, Καθώς η ελευθερία [Απόδοση Γ. Λειβαδάς]


Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2013

Today I am a new man /Σήμερα, είμαι καινούριος



TODAY, I AM A NEW MAN


Today, I am a new man,
a stranger in the town that bore me.

How simple it is to become a ghost -
just one word, one gesture, and we slip

through the fretwork of other people’s lives
as easily as water through a stone.

Gradually, my heart sheds its weight,
this once familiar rock has hatched a swallow.

Just for today, if I were to pass myself in the street,
I wouldn’t even raise my hat, or say hello.
                                          John Glenday

Σήμερα, είμαι καινούριος

Σήμερα, είμαι καινούργιος,
ένας ξένος μέσα στη πόλη που με κάνει να βαριέμαι.

Πόσο απλό είναι να γίνεις ένα φάντασμα-
μόνο μία λέξη, μία κίνηση, κι εμείς γλιστράμε

μέσα στους μενάνδρους της ζωής των άλλων
τόσο εύκολα όπως το νερό μέσα από μιά πέτρα.

Σταδιακά,η καρδιά μου αποβάλλει το βάρος της,
αυτός ο άλλοτε γνωστός βράχος έχει εκκολάψει ένα χελιδόνι.

Μόνο για σήμερα, αν ήταν να προσπεράσω τον εαυτό μου στο δρόμο,
δε θα σήκωνα ούτε το καπέλο μου ούτε θα έλεγα γειά.
                                                              Τζόν Γκλεντάι
                                                        Μεταφρ. Iris Verina        






Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013

Σεφέρης- αλληλογραφία προς την Μάρω

“πιστεύω πως εσύ είσαι η ζωή μου. Αν το θέλεις να κάνω τη ζωή μου μακριά σου, βέβαια θα την κάνω-γιατί το δικό σου θέλημα θα γίνει και όχι το δικό μου-δε θα το κάνω όμως χωρίς εσένα. Αισθάνομαι πως μαζί σου άνοιξε ένας άγνωστος δρόμος μπροστά μου..”

“ένα πράγμα με πείραξε, με πλήγωσε βαθιά μέσα στο γράμμα σου. Πώς μπόρεσες, έπειτα από τόση αγάπη, να αισθανθείς ξαφνικά μόνη σου. Aυτό το “μόνη μου έπρεπε” είναι κάτι, πώς να το πω, που με ατιμάζει”

“μ’ έχεις κλείσει σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο, όπου ακούω τη φωνή σου χωρίς να μπορώ να διακρίνω τα λόγια σου. Τον τελευταίο καιρό έχεις χαθεί…Η τελευταία εβδομάδα ήταν άθλια. Βλέπεις, μόλις δεν είναι ο ένας πολύ κοντά στον άλλον, τίποτε δε γίνεται.”

“αν έχω την τύχη να σου δώσω κάτι που να κρατήσεις μέσα σου από την αληθινή ζωή, αν μπορέσω να σε κάνω να νιώσεις ότι έχουμε κάτι μέσα μας που είναι μεγάλη αμαρτία να το εξευτελίζουμε, θα είναι αρκετό. Κι αυτά όλα που σου γράφω, τόσο ήρεμα τώρα, με κάνουν να συλλογίζομαι πως δεν είναι δυνατό να μην είναι κανείς απάνθρωπος, όταν είναι απάνθρωπη η ζωή.”

“Αισθάνομαι πως τρέχω με μια ιλιγγιώδη ταχύτητα, πως κάποιος, ίσως εσύ, μου φωνάζει “Σταμάτησε. Σταμάτησε”. Ίσως αυτός που μου φωνάζει έχει δίκιο, αλλά αισθάνομαι ακόμη πως, αν σταματήσω απότομα, είναι καταστροφή.
-τρελό μου παιδί, όλα αυτά τίποτα δεν ξέρουν να πουν, άμα έρθω κοντά σου ίσως καταλάβεις κάτι περισσότερο….”

“…Ποτέ δε φανταζόμουν πως θα μπορούσα ν’ αγαπήσω έτσι. Μου είναι αδύνατο να σου εξηγήσω τι είναι αυτό το τρομερά δυνατό και ζωντανό πράγμα που κρατώ μέσα στην ψυχή μου και μέσα στη σάρκα μου. Είμαι κάποτε σαν τρελός από τον πόνο και αισθάνομαι πως όλοι οι άλλοι μου δρόμοι έξω απ αυτόν τον πόνο, είναι κομμένοι. Πως μόνο απ΄ αυτόν μπορώ πια να περάσω.”

“Καληνύχτα, αγάπη, έλα στον ύπνο μου.
Ποτέ δεν έρχεσαι στον ύπνο μου. Σε συλλογίζομαι τόσο πολύ τη μέρα.”

“κι αν σου γράφω έτσι που σου γράφω, δεν είναι για να με καταλάβεις, αλλά για να με νιώσεις λίγο πιο κοντά σου όπως , αν ήταν βολετό να σε χαϊδέψω. Τίποτε άλλο”
όταν αγαπά κανείς και δεν έχει τον άνθρωπο του, πρέπει να βρεί τρόπο να μην ξυπνά ποτέ του…”

“…μου λείπεις. Σε πήρε το τραίνο και σε πάει όλο και πιο μακριά. Μια βραδιά χαμένη, χαμένη αφού δεν είσαι κοντά μου…”

“..είμαι πονεμένος σ’ όλες τις μεριές και στο σώμα και στο πνεύμα. Δεν μπορώ να κάνω έναν συλλογισμό στοιχειώδη χωρίς να ρθεις ξαφνικά να τον κόψεις..”

“μου φαίνεται πώς κάθε γράμμα είναι το τελευταίο, και πως, αν δε σου δώσω ό,τι μπορώ να σου δώσω σε μια στιγμή, δε θα μπορέσω να σου το δώσω ποτέ.”

“τέτοια ώρα πριν ένα χρόνο ξεκίνησα να σ΄εύρω. Φανερώθηκες μέσα από ένα τίποτε-θυμάσαι; δεν μπορούσα να εξηγήσω από πού βγήκες. Ένας χρόνος και τι μαρτύριο. Σε θέλω. Ας ήσουν εδώ, ας παρουσιαζόσουν όπως εκείνη την αυγή κι ας με κάρφωναν έπειτα με τα εφτά καρφιά πάνω στα σανίδια του παραθύρου που είναι μπροστά μου..”

“Η αυγή με κρυφοκοιτάζει από τα κλειστά παντζούρια. Ξύπνησα μέσα σε μια διακοπή-ένα λάκκο της λογικής μου και της ψυχραιμίας μου-είμαι μόνο μία φωνή και μία επιθυμία. Δεν είμαι τίποτε άλλο παρά ένας άνθρωπος που πονεί διαβολεμένα. Δεν ξέρω τίποτε άλλο παρά πως ξύπνησα καίγοντας και δεν ήσουν πλάι μου. Και είναι μεγάλη κόλαση αυτό, και μου είναι αδιάφορα όλα τα άλλα”

“Είμαι βαρύς από ένα σωρό συναισθήματα που δε θέλω να ξεσπάσουν. Μία μέρα, αργότερα-ποιος ξέρει αν μας είναι γραφτή λίγη γαλήνη ακόμη-θα είμαι κοντά σου, θα κλείσω τα μάτια και θα τα αφήσω να βγουν…φαίνεται σήμερα σ’ αγαπώ σιωπηλά.”

“όταν πάει να πάρει κανείς μια μεγάλη απόφαση, ποτέ δε μπορεί να τα δει όλα. Βλέπει έναν κύκλο σαν το μισοφέγγαρο, μισό φωτεινό και μισό σκοτεινό. Πάνω στο φωτεινό μέρος βάζει όλη του τη λογική. Πάνω στο σκοτεινό όλη του την παλικαριά και την πίστη….”

“Πόσα πράγματα που έχω να σου πώ ή να σου δείξω και που δε μ’ άφησε η λαχανιασμένη ζωή μας. Όλα τα πράγματα που λέει κανείς όταν πέσει λίγη μπουνάτσα, όταν ξεδιψάσει λίγο, και είναι σίγουρος πως δε θα χάσει τον άνθρωπό του…”

“…Αν είχα χρήματα, λες.
Μα αν είχα οτιδήποτε απ΄αυτά που δεν έχω, δε θα είχα εσένα.
Έτσι αγαπώ όλη μου τη ζωή γιατί ήρθε ως εσένα, τέτοια που ήταν κι όχι άλλη…”

“…Χτές πρώτη φορά, το βράδυ, ύστερα απο τόσον καιρό έπιασα λίγη λογοτεχνική δουλειά. Ήταν σα να είχες νυστάξει μέσα στη σκέψη μου και να σ΄είχε πάρει ο ύπνος.”

“…ξέρεις πόσο πολύ είναι για μένα οι λίγες στιγμές μαζί σου;”

“…σου είπα ένα σωρό πράγματα, αλλά εκείνο που ήθελα να πω και μ έκανε να μουντζουρώσω τόσο χαρτί δεν το είπα: είναι σκληρή η ζωή χωρίς εσένα και άδικη…”

“Σε συλλογίζομαι.
Σήμερα το πρωί ξυπνώντας ήσουν εκεί. Θα σε ξαναβρώ πάλι σε κάποια γωνιά του σπιτιού μου να ξεμυτίζεις.
Κι όλα αυτά είναι ο,τι είναι.
Κάποτε βαριά….”

“αν μπορώ να σου δώσω μια μικρή χαρά, πρέπει να σου τη δώσω αμέσως. Μακάρι κάθε μέρα να μπορούσα. Κάθε μέρα ως την τελευταία στιγμή. Μ’ έκανες να σκεφτώ ένα πράγμα που σκεπτόμουν πολύ λίγο άλλοτε, την ευτυχία”

“και μαζί να ήμασταν από το πρωί ως το βράδυ, δε θα έφτανε. Θα έπρεπε να καταπιεί ο ένας τον άλλον. Κι όλα αυτά είναι υπερβολικά φρικαλέα για να μ’ αρέσουν”

“όπως δεν μπορείς να καταλάβεις το ψάρι, αν δεν είσαι ψάρι ή το πουλί, αν δεν είσαι πουλί, έτσι δεν μπορείς να καταλάβεις το μοναχό άνθρωπο, αν δεν είσαι μοναχός. Πώς να με καταλάβεις λοιπόν, χρυσή μου;”

“αγάπη μου, θα με συγχωρήσεις γι’ αυτά, που είναι δύσκολο να ειπωθούν σε μια γυναίκα. Είμαι ένας άνθρωπος που δεν έχει πεποίθηση στα συναισθήματά του όταν τα πνίγει η επιθυμία η σωματική, όπως συμβαίνει τώρα μ’ εμένα”

“πού να είσαι τώρα; Εδώ έξι, στην Αθήνα επτά. Πού να είσαι; Πάντα το ίδιο ερώτημα, μόνο η επιθυμία είναι λιγότερη ή περισσότερη. Κάποτε τη μισώ. Δε μ’ αφήνει να σ’ αγαπώ όπως θέλω , δε μ’ αφήνει να ξέρω καν πώς σ’ αγαπώ. Κοντά και μακριά είναι βάσανο οι αισθήσεις. Πώς να είναι άνθρωπος κανείς;”

“θα ήθελα τρείς μέρες κοντά σου χωρίς λέξη. Λέξη…”

“φοβούμαι μήπως συνηθίσω έτσι πάντα από μακριά να σ αγαπώ..”

“ρωτιέμαι καμιά φορά πως θα μιλούσες, αν ήσουν κοντά μου. Πόσα λίγα πράγματα μπορεί να φτιάξει η φαντασία. Ρωτιέμαι ακόμη πως θα ήσουν, εσύ, ζωντανή, κοντά μου…”

“δεν έχω τίποτα άλλο να σου δώσω τώρα, παρά αυτές τις ανόητες λέξεις. Και πάλι, δε θα σου τις έγραφα, αν δε με παρακινούσε η ελπίδα πως κάποτε, έστω και για μια στιγμή, όταν σου κρατήσω το χέρι, δυο άνθρωποι, μέσα σ αυτόν τον ψόφιο κόσμο που μας τριγυρίζει, θα μπορέσουν να νιώσουν ότι ανασαίνουν επιτέλους, έξω απ’ όλα-κάποτε, όταν αυτά που λέμε τώρα πάρουν μια ανθρώπινη υπόσταση και πάψουν να τριγυρνούν σα φαντάσματα”
                                                                                    Γιώργος Σεφέρης


Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2013

Metamorphosis/ Μεταμόρφωση


Metamorphosis

Since you died, I notice
the outside seeping in.
There is the smell of damp in my chair.
My skin hangs in loose bracelets of bark
and my fingers scratch against my face
like a branch walked into.
A numbness is spreading up my cold ankles
as my locked feet take root.
The hands on my watch stand
motionless as deer against trees,
pulling away with long slow strides
dragging the nights into silent days.
I call out, like a startled jay
clattering up the canopyloi
of leaves closing over me
as I search the woodland paths
for traces of you.

                                 -Caroline Smith-

    Μεταμόρφωση

Από τότε που πέθανες, παρατηρώ
ότι τα έξω μέσα σταλάζουν.
Mυρίζει υγρασία η καρέκλα μου.
To δέρμα μου κρέμεται σα χαλαρά βραχιόλια απο φλοιό δέντρου
και τα δάχτυλά μου γρατζουνίζουν το πρόσωπό μου
σαν ένα κλαδί που απλά μπλέχτηκε.
Ένα μούδιασμα απλώνεται ως τους κρύους αστραγάλους μου
καθώς τα κλειδωμένα πόδια μου βγάζουν ρίζες.
Tα χέρια στο ρολόι μου κάθονται
ακίνητα σαν ελάφια στα κλαδιά
φεύγοντας με μακρές αργές δρασκελιές
σέρνοντας τις νύχτες στις ήσυχες μέρες.
Φωνάζω, σα τρομαγμένη καρακάξα
χτυπώντας δυνατά κάτω τα πόδια μου μέσα στον σωρό
από φύλλα που με κυκλώνει
καθώς εξερευνώ τα μονοπάτια του δάσους
για ίχνη από σένα.

                                                   Καρολάιν Σμλιθ
                                                     Μτφ Iris Verina

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2013

A piece of storm/ Ένα κομματάκι καταιγίδας, Mark Strand


A PIECE OF THE STORM

for Sharon Horvath

From the shadow of domes in the city of domes,
A snowflake, a blizzard of one, weightless, entered your room
And made its way to the arm of the chair where you, looking up
From your book, saw it the moment it landed.
That's all There was to it. No more than a solemn waking
To brevity, to the lifting and falling away of attention, swiftly,
A time between times, a flowerless funeral. No more than that
Except for the feeling that this piece of the storm,
Which turned into nothing before your eyes, would come back, That someone years hence, sitting as you are now, might say:
"It's time. The air is ready. The sky has an opening."

                                                                 Mark Strand from Blizzard of One

Ένα κομματάκι καταιγίδας

Aπο τις σκιές των τρούλων στη πόλη των τρούλων,
μια νιφάδα χιονιού, κομματάκι μιας χιονοθύελλας, ανάλαφρα μπήκε στο δωμάτιό σου
κι έφτασε στα χερούλια της καρέκλας όπου εσύ, σηκώνοντας τα μάτια
απο το βιβλίο σου, την είδες την ώρα που έπεφτε.
Αυτό ήταν όλο κι όλο. Τίποτα παραπάνω απο ένα ξύπνημα
της συντομίας, της εστίασης και της διάσπασης της προσοχής, αστραπιαία,
μια στιγμή ανάμεσα σε στιγμές, μιά κηδεία χωρίς λουλούδια. Τίποτα παραπάνω απ' αυτό
πέρα από το αίσθημα οτι αυτό το κομματάκι καταιγίδας
που χάθηκε μπροστά στα μάτια σου, θα γυρίσει, οτι κάποιος χρόνια αργότερα, καθισμένος όπως εσύ
τώρα, ίσως πει:
''Ηρθε η ώρα. Ο αέρας είναι έτοιμος. Ο ουρανός έχει μια τρύπα''.
                         
                                                                Μαρκ Στράντ

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2013

Ποιητική επιστολή Προς Έρα#2


                                               ‘δεν χρειάζεσαι ένα τοίχο για να σου πει την αλήθεια σου’
                                                                                           Χάρολντ Νορς



Aγαπητή Έρα,
Σήμερα περιπλανώμενη στο City,
βρέθηκα τυχαία σε μία γέφυρα.
Και κάπου εκεί θυμήθηκα πως κάποιος, κάποτε
μου είχε πει, πως
ο έρωτας με κλειδαριές κρατιέται στις γέφυρες.

Άραγε ,αγαπημένη, αν σκύψω θα δω την αντανάκλαση του στο νερό;
Αν κοιτάξω ψηλά θα τον δω να χτυπά τις χρυσές του φτερούγες;
Αν κλείσω τα μάτια θα νιώσω στο πρόσωπό μου τ’αεράκι του;

Κάπου εκεί συνέχισα εκείνη τη βόλτα.
Συγχώρα με φίλη μου μα στ’ορκίζομαι:
Οι γεφυρες του Λονδίνου είναι πολύ σάπιες
για να κρατήσουν τον Έρωτα. 
                                                            Σε φιλώ γλυκά

                                                             Ίριδα

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2013

The tears


         The tears

That night I shed a tear
when you first kissed me.
I don't remember the time
I don't remember the words
I don't remember the place.
Just kisses and tears.
Suddenly I found myself from
the chair to the bed.
And I could see very deep inside your eyes.
I could almost taste your soul.
I could almost touch your naked self.
But barely do I remember these.
All that I remember
is the tears.
The tears I couldn't help and burst into.
It was not tears.
It was a seal of different life
from that on.

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2013

το μονόγραμμα μέρος 1/The monogram part 1


Σήμερα η επιλογή μου κάτι κλασσικό και αγαπημένο. Δε μπόρεσα να βρω τη μετάφρασή του στα αγγλικά γι'αυτό επιχειρώ τη δική μου.

ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ 
           
Θα πενθώ πάντα -μ' ακούς;- για σένα,
                                   μόνος, στον Παράδεισο

                                           Ι
Θα γυρίσει αλλού τις χαρακιές
Της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος
Μια στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός

Πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι
Θα παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Και θα χτυπήσει τον κόσμο η αθωότητα
Με το δριμύ του μαύρου του θανάτου.

                                          II
Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς και τραγουδώ τ' άλλα που πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια

Μιλημένα τα σώματα και οι βάρκες που έκρουσαν γλυκά
Οι κιθάρες που αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τα «πίστεψέ με» και τα «μη»
Μια στον αέρα, μια στη μουσική

Τα δυο μικρά ζώα, τα χέρια μας
Που γύρευαν ν' ανέβουνε κρυφά το ένα στο άλλο
Η γλάστρα με το δροσαχί στις ανοιχτές αυλόπορτες
Και τα κομμάτια οι θάλασσες που ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ' τις ξερολιθιές, πίσω απ' τους φράχτες
Την ανεμώνα που κάθισε στο χέρι σου
Κι έτρεμε τρεις φορές το μωβ τρεις μέρες πάνω από
        τους καταρράχτες

Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Το ξύλινο δοκάρι και το τετράγωνο φαντό
Στον τοίχο, τη Γοργόνα με τα ξέπλεκα μαλλιά
Τη γάτα που μας κοίταξε μέσα στα σκοτεινά
Παιδί με το λιβάνι και με τον κόκκινο σταυρό
Την ώρα που βραδιάζει στων βράχων το απλησίαστο
Πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμος.
[...]
                                              Oδ. Ελύτης
My choice for tonight is a classical and beloved poem. I was not able to find the english translation so I attempt to translate it myself.

THE MONOGRAM

I will always be mourning for you --Can you hear me?--
                                         alone in the paradise.

                                 I
The destiny will move elsewhere the palm's engravings
like a key holder
At some point the time will consent itself

What else can be done? Since people love each other.
The sky will portray our intestines
and the innocence will strick the world
with the sharp black of death.

                             II

I mourn over the sun and I mourn over the forthcoming years
without us and I sing for those in the past
if they are true

The bodies had talked to each other and the boats had rang
sweet the guitars which turned on and off under the water
the 'believe me' and the 'don't'
once in the air once in the music
The two small animals,our hands,
which longing secretly to climb the one on the other
the lowerpot at the wide open house doors
and the pieces of the sea coming together
above the dry stone wall, opposite the fences
the windflower you kept in your hand
whose purple was shaking three times for three days above
the waterfalls

If there are true, I sing for
the wooden beam and the square textile
on the wall, for the mermaid with the undone hair
for the cat that stared at us in the dark
for the kid with the incense and the red cross
for the time close to the unapproachable rocks
I mourn over the cloth I touched and the world got inside me.
                                                            Odisseus Elytis
                                                            translation Iris Verina

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013

The Shrinking Lonesome Sestina/ Η ζαρωμένη μοναχική σιστίνα


The Shrinking Lonesome Sestina

 Somewhere in everyone's head something points toward home,
 a dashboard's floating compass, turning all the time
 to keep from turning. It doesn't matter how we come
 to be wherever we are, someplace where nothing goes
 the way it went once, where nothing holds fast
 to where it belongs, or what you've risen or fallen to.

 What the bubble always points to,
 whether we notice it or not, is home.
 It may be true that if you move fast
 everything fades away, that given time
 and noise enough, every memory goes
 into the blackness, and if new ones come-

 small, mole-like memories that come
 to live in the furry dark-they, too,
 curl up and die. But Carol goes
 to high school now. John works at home
 what days he can to spend some time
 with Sue and the kids. He drives too fast.

 Ellen won't eat her breakfast.
 Your sister was going to come
 but didn't have the time.
 Some mornings at one or two
 or three I want you home
 a lot, but then it goes.

 It all goes.
 Hold on fast
 to thoughts of home
 when they come.
 They're going to
 less with time.

 Time
 goes
 too
 fast.
 Come
 home.

 Forgive me that. One time it wasn't fast.
 A myth goes that when the years come
 then you will, too. Me, I'll still be home.
-- Miller Williams

Η ζαρωμένη μοναχική σιστίνα

Κάπου μέσα σε όλων το κεφάλι κάτι δείχνει προς το σπίτι,
μιά άστατη πυξίδα ενός ταμπλό, γυρνώντας όλη την ώρα
για να κρατηθεί από το να γυρίζει. Δεν έχει σημασία πώς καταλήγουμε
να είμαστε όπου και να είμαστε, σε κάποιο μέρος όπου τίποτα δεν είναι
όπως παλιά, όπου τίποτα δε μένει εκεί
όπου ανήκει, ή σε τι έχουμε ανέλθει ή υποπέσει.

Αυτό που ο δείκτης πάντα δείχνει
είτε το προσέχουμε ειτε όχι είναι το σπίτι.
Ίσως να ναι αλήθεια οτι αν κινηθείς γρήγορα
όλα ξεθωριάζουν, οτι με το κατάλληλο χρόνο
και θόρυβο, κάθε μνήμη
σκοτεινιάζει και αν νέες έρθουν--

μικροσκοπικές σα μόρια αναμνήσεις
να ζήσουν σε ένα γούνινο σκοτάδι-- και αυτές επίσης,
τυλίγονται και πεθαίνουν. Αλλα ο Κάρολος πηγαίνει
στο Λύκειο τώρα. Ο Γιάννης δουλεύει στο σπίτι
όσες μέρες μπορεί για να περάσει λίγο χρόνο
με τη Σού και τα παιδιά. Οδηγεί πολύ γρήγορα.

Η Έλεν δε θα φάει το πρωινό της.
Η αδερφή σου θα ερχόταν
αλλα δεν είχε χρόνο.
Κάποια πρωινά στη μια ή δύο
ή στις τρείς σε θέλω στο σπίτι
πολύ, αλλα μετά μου φεύγει.

Πάντα φεύγει.
Κρατήσου γερά
απο τη σκέψη του σπιτιού σου
όταν έρχεται.
Θα γίνει λιγότερο
με το καιρό.

Ο χρόνος
περνά
πολυ
γρήγορα.
Έλα
σπίτι.

Συγχώρα μου αυτό. Μιά φορά δεν ήταν αρκετή.
Ένας μύθος λέει οτι όταν τα γρήγορα χρόνια περάσουν
τότε θα έρθεις κι εσύ. Εγώ θα είμαι ακόμη σπίτι.
                                                                               Μίλερ Γουίλιαμς
                                                                           Μεταφρ: Iris Verina

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

Συγχώρα με αγάπη μου/ Forgive me my love


Συγχώρα με Αγάπη μου

Ἤξερες νὰ δίνεσαι ἀγάπη μου...
Δινόσουνα ὁλάκερη
καὶ δὲν κράταγες γιὰ τὸν ἑαυτό σου
παρὰ μόνο τὴν ἔγνοια
ἂν ὁλάκερη ἔχεις δοθεῖ...
Ὅλα μπορούσανε νὰ γίνουνε
στὸν κόσμο ἀγάπη μου
τότε πού μου χαμογελοῦσες...
Γιατί πρὶν μπεῖς ἀκόμα στὴ ζωή μου
εἶχες πολὺ ζήσει μέσα στὰ ὄνειρά μου
ἀγαπημένη μου..
Μὰ καὶ τί νὰ πεῖ κανείς...
Ὅταν ὁ κόσμος εἶναι τόσο φωτεινὸς
καὶ τὰ μάτια σου τόσο μεγάλα...
Στὴν πιὸ μικρὴ στιγμὴ μαζί σου
ἔζησα ὅλη τη ζωή...
Θὰ ξαναβρεθοῦμε μία μέρα
καὶ τότε ὅλα τὰ βράδια
κι ὅλα τὰ τραγούδια θάναι δικά μας...
Θάθελα νὰ φωνάξω τ'ὀνομά σου,ἀγάπη,
μ' ὅλη μου τὴ δύναμη...
Νὰ τὸ φωνάξω τόσο δυνατὰ
ποῦ νὰ μὴν ξανακοιμηθεῖ κανένα ὄνειρο στὸν κόσμο,
καμιὰ ἐλπίδα νὰ μὴ πεθάνει...
Θέ μου πόσο ἦταν ὄμορφη
σὰν ἕνα φωτισμένο δέντρο
μία παλιὰ νύχτα τῶν Χριστουγέννων
Συχώρα μέ, ἀγάπη μου,
ποῦ ζοῦσα πρὶν νὰ σὲ γνωρίσω...
[...]
                                                            Tάσος Λειβαδίτης


Forgive me my Love

You knew to give yourself to a man my Love...
You used to give yourseld throughout
and you never kept for yourself
but for the care
whether you had given yourself throughout.
Everything was possible
in the world my love
every time you smiled to me.
Because long before you got into my life,
you had lived in my dreams
my sweetheart.
But what can be said...
When the world is that bright
and your eyes that large...
During the slightest moment with you
I lived all my life.
We will meet again one day
and then every night
and every song will be ours...
I'd like to shout my love
at the top of my voice your name.
To cry out so loud
that no dream in the world
will sleep again
no hope will die again.
My god so beautiful she was
like an illuminated tree
at a by gone night of Christmas.
Forgive me my love
for living before having met you..
[...]
                                                 Tasos Leivaditis
                                             Translation: Iris Verina



Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

Love poem/Eρωτικό Paul Perry


Love poem

not eyes
don't start with the eyes
otherwise they will haunt you
besides you might say smoke
or water or winter
no eyes please

start with say her voice
or her name
or the wy you met
and how everything changed from then on in

the gods gave way
and so on

another love poem
[...]
                                   Paul Perry, The last falcon and small ordinance

Ερωτικό

όχι τα μάτια
μην αρχίζεις με τα μάτια
αλλιώς θα σε στοιχειώσουν
μίλα ίσως για το καπνό
ή το νερό ή το χειμώνα
όχι για τα μάτια παρακαλώ

ξεκίνα μιλώντας για τη φωνή της
ή το όνομά της
ή το πώς βρεθήκατε
και πώς όλα άλλαξαν από τότε

οι θεοί εγκατέλειψαν
κι έτσι

άλλο ένα ερωτικό ποίημα
[...]
                                                            Πώλ Πέρρυ
                                                      Μεταφ: Iris Verina

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

Brooklyn Narcissus/O Νάρκισσος του Μπρούκλυν


Brooklyn Narcissus

[...]
      
                      
                                         My trouble
                                                              is
it is her fate to never learn to make
                                             anything grow
                                   be born or stay
Harbor beginnings and that other gleam  .  The train
is full of long/way/home and holding lovers whose
          flesh I would exchange for mine
         [...]
                                                          The cree-
                                                          ping train
                                                          joggles
                                                          rocks across
                                                          I hear
the waves below lap against the piles, a pier
                                               from which ships go
                                                          to Mexico
a sign which reads
PACE O MIO DIO
          oil
                                              “The flowers died when you went away”
Manhattan Bridge
a bridge between
we state, one life and the next, we state
is better so
is no
           backwater, flows
                                         between us is
our span our bridge our
naked eyes
open her
see
bridging whatever impossibility. . . PACE!
PACE O MIO DIO
           oil
                                                          “The flowers died. . .”
                                                          Of course the did
Not that I was a green thing in the house
                                I was once.
                                No matter.
The clatter of cars over the span, the track
                                  the spur
the rusty dead/pan ends of space
            of grease
We enter the tunnel.
The dirty window gives me back my face

Paul Blackburn, “Brooklyn Narcissus” from The Selected Poems of Paul Blackburn.

O Νάρκισσος του Μπρούκλυν

                                             Το πρόβλημά μου
                                                                             είναι
είναι η μοίρα της πως ποτέ δεν θα μάθει κάνει
                                      οτιδήποτε να αναπτύσσεται
                                 να γεννιέται ή να μένει
Τα ανοίγματα του λιμανιού κι εκείνη η άλλη λάμψη. Το τρένο
είναι γεμάτο ξεμακρυσμένους και αγκαλιασμένους εραστές που
                                     θ'άλλαζα τη σάρκα μου για τη δική τους.
[...]
                                                                                       To τρένο
                                                                                       που έρπεται
                                                                                       τινάζεται
                                                                                       κουνιέται πέρα
                                                                                       ακούω
τα κύματα από κάτω να παφλάζουν στους πασσάλους, μια προβλήτα
                                                                                απ'όπου σαλπάρουν πλοία
                                                                                        για το Μεξικό
μια επιγραφή που λέει
PACE O MIO DIO

πετρέλαιο
                                                      <<Τα λουλούδια μαράθηκαν όταν έφυγες μακριά>>
Η γέφυρα του Μανχάτταν
μια γέφυρα ανάμεσα
δηλώνουμε, μια ζωή και η επόμενη, δηλώνουμε
είναι καλύτερα έτσι
δεν είναι
                      τέλμα, αυτό που ρέει ανάμεσά μας
είναι το χάσμα μας η γέφυρα τα
δικά μας μάτια
εδώ ανοιχτά
κοιτάζουν
γεφυρώνουν κάθε ανέφικτο.... PACE!

PACE O MIO DIO

Πετρέλαιο
                                            <<Τα λουλούδια μαράθηκαν...>>
                                            Φυσικά και μαράθηκαν
Όχι πως ήμουν ένα φυτό μέσα στο σπίτι

                                           Κάποτε ήμουν.
                                            Δε πειράζει.
Ο σαματάς των αυτοκινήτων πάνω απο το χάσμα, το πέρασμα
                                   το αντέρεισμα
οι σκουριασμένες νεκρές άκρες του κοιλώματος του κενού
                   του γράσου
Μπαίνουμε μέσα στη σήραγγα.
Το βρώμικο παράθυρο μου δίνει ξανά το πρόσωπό μου.

                                 Πώλ Μπλάκμπερν
                              Μεταφ. Γιάννης Λειβαδάς

Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

Peelings/Ξυεφλουδίσματα/Alison Brackenbury


Peelings

What am I good at?  Useless things.

Listening to strangers on slow Scottish trains.

Did you know they had square sausages?

Standing on one leg-  Not Yoga; muddy years of Wellingtons.

And peeling parsnips.  Cooking grand Christmas dinner,

amongst dried cranberries, asparagus,

my daughter passed the knife, then was surprised

my awkward hands whipped smoothly down each root,

flicked pale gold slivers, thin, to save the flesh

which frost and soil had left as sweet as nuts,

which you may understand.  And I remember

in tea’s cold desert, though the saucepans steamed,

caught in a creaking visit once, I said,

(mouth full) ‘These are good parsnips!  Did you grow them?’

‘Yes’, said my father, shrunk to eighty years,

nodded with dignity, like his tall father.

We were not good with words.  Each time my hand

slips down, as sharp as winter, and casts off

a pale coat, I am grateful, still, to parsnips.

Alison Brackenbury

(Published in The North, and in the anthology Heart Shoots, published by Indigo Dreams.)

Ξεφλουδίσματα

Σε τι είμαι καλή; Σε ασήμαντα πράγματα.
Στο ν'ακούω τους περαστικούς στα αργά Σκωτσέζικα τρένα.
Το ξέρατε ότι έχουν τετράγωνα λουκάνικα;
Στο να στέκομαι στο ένα πόδι- όχι για γιόγκα, λασπωμένα τα χρόνια των Wellingtons.
Και στο να καθαρίζοντας ραπανάκια. Μαγειρεύοντας μεγάλο χριστουγεννιάτικο δείπνο,
ανάμεσα σε ξεραμένα κράνα και σπαράγγια,
η κόρη μου μου έδωσε το μαχαίρι κι έπειτα έμεινε έκπληκτη
με το πώς τα αδέξια χέρια μου ξεφλουδίζουν απαλά κάθε ρίζα ως κάτω,
χτυπώντας ελαφρά χλωμά χρυσές φλοίδες, λεπτές, για να σώσω τη σάρκα
που το κρύο και το χώμα άφησαν τόσο γλυκιά σα ξηρό καρπό,
πράγμα το οποίο καταλαβαίνεις. Και θυμάμαι
σ'ένα κρύο γλυκό κατα τη διάρκει του τσαγιού ενω η κατσαρόλα άχνιζε
φυλακισμένη σε μιά ανατριχιαστική επίσκεψη μιά φορά είπα
(με το στόμα γεμάτο) ''Αυτά είναι καλά ραπανάκια! Εσύ τα φύτεψες;"
''Ναι'' είπε ο πατέρας μου ζαρωμένος σε 80 χρόνια
νεύοντας με αξιοπρέπεια, όπως ο ψηλός του πατέρας.
Δεν είμαστε καλοί με λέξεις. Κάθε φορά που το χέρι μου
γλιστράει κάτω, τόσο κοφτερό σα χειμώνας, και πετά
ένα χλωμό περίβλημα, είμαι ευγνώμων ,ακόμα, στα ραπανάκια.

Αλισον Μπλακενμπέρι
Μετάφραση Iris Verina



Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Eλένη

Some Moments and people are never going to be forgoten

                                   Ελένη


Ποτέ δε σ’έμαθα καλά.
Ποτέ δε θέλησα να σε μάθω.
Τ’όνομά σου ήταν αρκετό.
Σταμάτησαν όλα να πετούν
σ’εκείνο το χαίρω πολύ.

Ήθελα μόνο να σε κοιτάω.
Κι ύστερα ήθελα να σου μιλώ
Για μένα, για τα παιδιά, για το σπίτι.
Να μαθαίνεις ο,τι ζώ,
να σου λέω ο,τι θα ’λεγα σ’Αυτόν.
Κι αυτός να μ’ακούει.
Μέσα απο τα μάτια σου.

Ήθελα μόνο να σε βλέπω να κοιτάς,
να προφέρεις το Α και το Β
να λές τ’όνομά μου, τ’όνομά του
ενώ με τα χέρια Του
γλυκίσματα προσφέρεις.

Ήθελα μόνο να τραβώ τη προσοχή σου
για να τον ζώ πάλι ξανά και ξανά
έστω και για δευτερόλεπτα.
Ποτέ δε σ’έμαθα καλά
Κι ήθελα τόσο πολύ να σε μάθω.
Να μου μάθεις απ’την αρχή

μέσα στα χέρια σου Αυτόν. 

                               Iris Verina 

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Unexpected Situation/ Aπρόσμενη εξέλιξη

http://www.youngpoetsnetwork.org.uk/2013/10/08/unexpected-situation-by-vasiliki-skarlopoulou/

‘Unexpected Situation’ by Vasiliki Skarlopoulou

Out of which sky is this
poison that waters my life
day by day
dripping?
Where is that light
that flooded my existence
when my look was touching
the lightly
outlined body
under the menswear clothes?
It was then when the words were overflowing,
the ideas were flying like wild birds
refusing to feed on
words despite their hunger.
The night was not scared of anything;
although the silence narrated fairy tales,
it used to promise the dawn.
People were not
the tiring opposite of solitude
but wells which
were hiding deep inside refreshing and relieving secrets.
I say: Am I to be blamed
or the black opposite of life
coming closer and closer?


Vasiliki translated the poem ’the anorexia of existence’ by Katerina Anghelaki-Rooke from the original Greek, in response to our translation challenge.

Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

A display of Mackerel/ Έκθεση Ψαριών- Mark Doty


Mark Doty is regarded as one of the most famous american poets and indeed compared to Whitman and to Cavafy. He has won various prestigeous prizes such as the National Poet Series and T.S.Eliot Prize. His poetry is marked by the loss of his lover, Wally Roberts, due to AIDS. His poems could be described as free verse odes to urban gay life and to his lover. The most important element in Doty's poetry is not the verse or the vocabulary but the situation: under the iridescence lies an important meaning for human life.

A Display of Mackerel

They lie in parallel rows,
on ice, head to tail,
each a foot of luminosity

barred with black bands,
which divide the scales’
radiant sections

like seams of lead
in a Tiffany window.
Iridescent, watery

prismatics: think abalone,
the wildly rainbowed
mirror of a soapbubble sphere,

think sun on gasoline.
Splendor, and splendor,
and not a one in any way

distinguished from the other
—nothing about them
of individuality. Instead

they’re all exact expressions
of the one soul,
each a perfect fulfilment

of heaven’s template,
mackerel essence. As if,
after a lifetime arriving

at this enameling, the jeweler’s
made uncountable examples,
each as intricate

in its oily fabulation
as the one before
Suppose we could iridesce,

like these, and lose ourselves
entirely in the universe
of shimmer—would you want

to be yourself only,
unduplicatable, doomed
to be lost? They’d prefer,

plainly, to be flashing participants,
multitudinous. Even now
they seem to be bolting

forward, heedless of stasis.
They don’t care they’re dead
and nearly frozen,

just as, presumably,
they didn’t care that they were living:
all, all for all,

the rainbowed school
and its acres of brilliant classrooms,
in which no verb is singular,

or every one is. How happy they seem,
even on ice, to be together, selfless,
which is the price of gleaming.

Mark Doty, "A Display of Mackerel" from Atlantis, published by HarperCollins Publishers

O Mάρκ Ντότι θεωρείται ένας από τους πιο αναγνωρισμένους ποιητές της Αμερικής και μάλιστα ισάξιος του Whitman και του Καβάφη. Έχει κερδίσει αμέτρητα βραβεία και διακρίσεις συμπεριλαμβανομένων και του βραβείου εθνικού ποιητή όπως και του βραβείου T.S.Eliot. Η ποίησή του είναι σημαδεμένη από το χαμό λόγω του AIDS του αγαπημένου του Wally Roberts. Τα ποιήματά του μια λέξη χαρακτηρίζονται ως ωδές ελεύθερου στίχου στην αστική ζωή και στον αγαπημένο του. Το πιο σημαντικό στη ποίηση του Ντότι δεν είναι ούτε ο ρυθμός ούτε το λεξιλόγιο αλλά οι καταστάσεις: όλο το ιριδίζον είναι εκεί για να μας πει κάτι για την ανθρώπινη ζωή.

Έκθεση Ψαριών

Κείνται εκεί σε παράλληλες σειρές
πάνω στο πάγο, απο το κεφάλι ως την ουρά,
το καθένα μια απόληξη φωτεινότητας

δεμένα με μαύρες ταινίες,
που χωρίζουν των λεπιών τους
τις λαμπερές ενότητες

όπως οι μολυβένιες ραφές
σε μια βιτρίνα του Tiffany.
Iριδίζοντα, υδαρή

πρισματικά: σκέψου το αφτί της θάλασσας,
τον ανεμώδη ουρανιοτοξοστόλιστο
καθρέφτη μιας σφαίρας σαπουνόφουσκας,

σκέψου τον ήλιο πάνω στη βενζίνη.
Λαμπρότητα και Μεγαλείο
και σε καμμιά περίπτωση το ένα

ξεχωριστά απο το άλλο
-- τίποτα σε αυτά
απο ατομικότητα. Αντιθέτως

είναι όλα ακριβείς εκφράσεις
μιας ψυχής,
το καθένα μια τέλεια εκπλήρωση

του παραδεισένιου περιγράμματος,
του αποστάγματος σκουμπριών.
Σαν όπως μετά απο μιά ζωή φτάνοντας

σε αυτή την επισμάλτωση, στου κοσμηματοπώλη
τα φτασιδένια αμέτρητα παραδείγματα,
το καθένα τόσο πολύπλοκο,

στην ελαιώδη μυθογραφία
όπως και το προηγούμενο
Υπέθεσε οτι θα μπορούσαμε να ιριδογραφήσουμε

όπως εκείνα και να χάσουμε τους εαυτούς μας
εντελώς στο σύμπαν
της λάμψης -- θα ήθελες

να είσαι μονάχα ο εαυτός σου
αναντικατάστατος, καταδικασμένος
να χαθείς; Αυτά θα προτιμούσαν,

σαφώς, να είναι απαστράπτοντες συμμετέχοντες,
πολυπληθείς. Ακόμα και τώρα
φαίνονται να πετάγονται

μπροστά, απρόσεκτα για τη στάση.
Δε τα νοιάζει που'ναι νεκρά
και σχεδόν παγωμένα,

έτσι όπως, πιθανώς,
δε τα ένοιαζε και όταν ήταν ζωντανά:
όλα,όλα για όλα,

το ουρανιοτοξοστόλιστο κοπάδι
και τα στρέμματα απο εξαίσιες ομάδες
στις οποίες κανένα ρήμα δεν είναι στον ενικό,

ή όλα είναι. Πόσο ευτυχισμένα δείχνουν,
ακόμη και στο πάγο, να ναι όλα μαζί, ανιδιοτελή
για το τίμημα της λάμψης.

                                                                             Μάρκ  Ντότι, Ατλαντίς
                                                                                      Μτφ Iris Verina

Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

Eπικίνδυνη Χώρα/Dangerous Country


Eπικίνδυνη Χώρα

Ουρλιάζει η θάλασσα,
κι αυτό το καλοκαίρι,
για τα μάτια
που τη γέννησαν.

Μυρίζουν ακόμα θαλασσινό αλάτι
--κι ας έχουν στεγνώσει καιρούς πολλούς--
Ξέρω τα στέγνωσε ο ήλιος.

Καίει  ο ήλιος απειλητικά
σ’ αυτή τη χώρα.
Λιώνει τους αστερίες και την άμμο.
Στεγνώνει τη θάλασσα βίαια,
την εξαϋλώνει,
την κάνει αλάτι.

--Σε μία χώρα που ποτέ δε πίστεψες
πώς υπάρχει
ή δε τη θέλησες.—

Μα η θάλασσα ασταμάτητα πάντα θα ουρλιάζει
κάθε καλοκαίρι,
για τα μάτια σου,

που τη γέννησαν.

Dangerous Country

This summer,
the sea cries out
for the eyes
out of which it was born

They still smell of sea salt
--although they dried up long ago—
I know; the sun dried them up.

The sun burns darkly
in this country.
It melts the star fish and the sand;
it dries up the sea violently;
it vaporizes it;
it turns it into salt.

--In a country that you never
believed existed
or you didn’t want to—

But the sea will always be crying out eternally,
every summer,
for your eyes

out of which it was born.
                                                                               Iris Verina

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

The buisness of Poetry/ Ποιητική τέχνη, Ηarold Norse


The Business of Poetry

The business of poetry

is the image of a young man

making music and love

to a girl whose interest

in love and music coincides

with an enormous despair in both

their inner selves like a plucked

guitar in the dry hot sun of

hope where savage and brutal men

are tearing life like a page

from a very ancient

and yellow

book 
                                     Harold Norse

H ποιητική τέχνη
Η ποιητική τέχνη
είναι η εικόνα ενός νέου
να παίζει μουσική και να κάνει έρωτα
σ'ένα κορίτσι που το ενδιαφέρον του 
για έρωτα και μουσική συμπίπτει
με μια τεράστια απελπισία
του βαθύτερου εαυτού και των δύο
σα μια ξεχαρβαλωμένη 
κιθάρα κάτω απ' το ξερό και καυτό ήλιο
της ελπίδας όπου ανήμεροι και κτηνώδεις άνδρες
σκίζουν τη ζωή σα μιά σελίδα
απο ένα παμπάλαιο
και κιτρινιασμένο
βιβλίο.
                                                        Χάρολντ Νόρς
                                                    Μετάφραση Iris Verina

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2013

Τα δικαιώματα- Ντενίς Λέβερτοφ


Πρόσφατα ανακάλυψα τη Ντενίς Λέβερτοφ η οποία θεωρείται μια απο τις κορυφαίες ποιήτριες της αμερικανικής λογοτεχνίας. Νομίζω το επόμενο ποίημα απο μόνο του επιβεβαιώνει το χαρακτηρισμό.

Τα δικαιώματα

Να σου δώσω θέλω
κάτι που δημιούργησα

λέξεις λιγοστές σε μια σελίδα-- ίδια
με το να σου 'λεγα <<να, λίγες μπλε χάντρες>>

ή, <<να, ένα λαμπρό κόκκινο φύλλο που
βρήκα στο πεζοδρόμιο>> (γιατί,

να βρω σημαίνει να επιλέξω, και εγώ
επέλεξα)                         Μα είναι δύσκολο:

ως τώρα τίποτα δεν βρήκα
άλλο πέρα από τη διάθεση να δώσω. Ή

μήπως λέξεις χιλιοειπωμένες; Φτηνές
και άψυχες; ακόμη και παράλογες;

                                                        Ετούτη

λάβε έναντι καλύτερα --την πιθανή
υπόσχεση: Αν

γράψω ποτέ
κανένα ποίημα με μια ορισμένη διάθεση

(επίμονη, τρυφερή, αόριστη,
θλιμμένη και ξεπεσμένη)

σε σένα θα το δώσω.

                                                  Ντενίς Λεβερτοφ
                                           Μετάφραση Γιάννης Λειβαδάς