Σκουλήκια είναι οι λέξεις μα η χαρά είναι φωνή/άλλος τραβάει για κάτω κι άλλος προς τα πάνω/τα στήθη θα παραμείνουν στήθη και οι μηροί μηροί/τα έργα δεν μπορούν να ονειρευτούν τι μπορούν τα όνειρα να κάνουν/- ο χρόνος είναι δέντρο ( ένα φύλλο αυτή η ζωή )/μα η αγάπη είναι ουρανός κι εγώ είμαι για σένα/για διάστημα μακρύ και ακριβώς τόσο πολύ.
E.E. Cummings, Καθώς η ελευθερία [Απόδοση Γ. Λειβαδάς]


Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Digging/ Σκάβοντας (Υπόμνημα στον Seamus Heaney)



Τoday Seamus Heaney died. He is considered to be one of the most important poets of 20th century. He was born in Northern Ireland and later he moved to Dublin. In 1995 he won the Nobel prize. At the age of 70 he was so popular that the two thirds of the book sales in the entire UK was his books. The Ireland celebrated the event with a 12-hour broadcast of his work. His poetry turns around Ireland. He was very famous for his political poems especially for the Troubles but he also wrote for the nature and mythology of Ireland. When he was asked for the role of poetry in crisis times he replied '' it is precisely at such moments that people realize they need more to live than economics: If poetry and the arts do anything, they can fortify your inner life, your inwardness."



Digging


Between my finger and my thumb
The squat pen rests; snug as a gun.


Under my window, a clean rasping sound
When the spade sinks into gravelly ground:
My father, digging. I look down


Till his straining rump among the flowerbeds
Bends low, comes up twenty years away
Stooping in rhythm through potato drills
Where he was digging.


The coarse boot nestled on the lug, the shaft
Against the inside knee was levered firmly.
He rooted out tall tops, buried the bright edge deep
To scatter new potatoes that we picked,
Loving their cool hardness in our hands.


By God, the old man could handle a spade.
Just like his old man.


My grandfather cut more turf in a day
Than any other man on Toner’s bog.
Once I carried him milk in a bottle
Corked sloppily with paper. He straightened up
To drink it, then fell to right away
Nicking and slicing neatly, heaving sods
Over his shoulder, going down and down
For the good turf. Digging.


The cold smell of potato mould, the squelch and slap
Of soggy peat, the curt cuts of an edge
Through living roots awaken in my head.
But I’ve no spade to follow men like them.


Between my finger and my thumb
The squat pen rests.
I’ll dig with it.

Seamus Heaney (1939–2013) , Death of a Naturalist. 


Σήμερα πέθανε ο Σίμους Χίνεϋ. Υπήρξε ένας απο τους πιο σημαντικούς ποιητές του 20ου αιώνα. Γεννήθηκε στη Βόρεια Ιρλανδία και έζησε στο Δουβλίνο. Το 1995 κέρδισε το βραβείο Νόμπελ. Στα εβδομηκοστά γεννέθλιά του οι πωλήσαν των βιβλιών του έφταναν τα δύο τρίτα των γενικών πωλήσεων σε ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδική τηλεόραση το γιόρτασε με μια 12ωρη προβολή του έργου του. Η ποιήσή του περιστρέφεται γύρω απο την Ιρλανδία. Έγραψε πολιτικά ποιήματα κυρίως για τα δύσκολα χρόνια του εμφυλίου αλλα και για τη φύση και τη μυθολογία της Ιρλανδίας. Όταν ρωτήθηκε για την αξία της ποίησης στα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης, απάντησε "ακριβώς σε αυτά τα δύσκολα χρόνια ο άνθρωπος χρειάζεται περισσότερο να ζήσει παρα να κερδίσει και μόνο η ποίηση και η τέχνη πολλαπλασιάζουν τη ζωή μέσα μας''

            Σκάβοντας

Ανάμεσα στο δείκτη και τον αντίχειρά μου
η χοντροκομμένη πένα στέκεται,
όμοια με όπλο.

Κάτω απο το παράθυρό μου ένας
καθαρός ήχος φτυαρίσματος
όταν η αξίνα βυθίζεται μες στο πετρώδες χώμα:
Ο πατέρας μου, σκάβει. Κοιτάω κάτω

Μέχρι οι τεντωμένοι γλουτοί του ανάμεσα στα παρτέρια
να κυρτώσουν προς τα κάτω, εμφανίζεται είκοσι χρόνια πριν
να σκύβει ρυθμικά στο αυλάκι με τις πατάτες
όπου και έσκαβε.

Η άκομψη μπότα φώλιαζε στο καφάσι, ο μοχλός
με το εσωτερικό του γόνατος κινούνταν σταθερά.
Ξεχορτάριαζε ψηλές κορυφές, έθαβε τη θεσπέσια άκρη βαθιά
για να φυτέψει νέες πατάτες που εμείς διαλέγαμε
λατρεύοντας τη δροσερή κρούστα τους στα χέρια μας.

Μα το θεό, ο γέρος μπορούσε να κουμαντάρει αξίνα.
Ακριβώς όπως και ο γέρος του.

Ο παππούς μου έκοβε περισσότερο άνθρακα τη μέρα
απ'οποιοδήποτε άλλο άντρα στο βάλτο του Τόνερ.
Μια φορά του έφερα γάλα σ'ένα μπουκάλι
τυλιγμένο πρόχειρα με χαρτί. Ίσιωσε
για να το πιεί, και κατευθείαν μετά έπεσε κάτω
για να χαράψει και να κόψει νοικοκυρεμένα, σηκώνοντας παλούκια
πάνω στους ώμους του πηγαίνοντας όλο και πιο κάτω
για τον καλό άνθρακα. Σκάβοντας

Η κρύα μυρωδιά της μουχλιασμένης πατάτας, ο παφλασμός και ο βρόντος
του μουσκεμένου άνθρακα, τα μικρά κοψίματα μιας άκρης
μέσα απο τις ζωντανές ρίζες ξύπνησαν στο κεφάλι μου.
Αλλά δεν έχω αξίνα για ν'ακολουθήσω άνδρες σαν αυτούς.

Ανάμεσα στο δείκτη και τον αντίχειρά μου
η κοντόχοντρη πένα στέκεται.
Θα σκάψω μ'αυτήν.
                                                     Seamus Heaney (1939–2013), Death of a Naturalist. 
                                                          Μετάφραση Ιris Verina
                                         




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου