Electrical storm
1
And like everything it began with the sea,
That week I spent rinsing myself clean of it,
Upheld by its salts, a tracery of venous weeds
Round my white ankles. There was nothing
Of you in the routes of the sky, those parts
Of the horizon I endured. When I arose
It was from a bed: the weight of the sea fell away.
On that night a storm split the sky in two.
Its tearing entered my dream, entered a room
In which we kissed though I did not know you.
The voice of the storm became your voice,
Its lightning, your eyes’ most delicate veins.
2
At daybreak 1the azure was vacant.
Only a morning mist still clung to the pines
And it seemed a day of no consequence
After a dream-time’s sturm und drang.
But by the evening they’d strung the torches
Out again, and the wine in our glasses
Held the deep glow of their light
And it fell on our faces below the porch,
When we agreed that my country had become
A country of high walls, it fell on your
Prismatic face and it scattered over mine,
And the glass shivered in my hands and broke.
Caitriona O'Reilly
Ηλεκτρική καταιγίδα
1.
Και όπως όλα, κι αυτό άρχισε με τη θάλασσα,
Εκείνη την εβδομάδα την πέρασα ξεπλένοντας τον εαυτό μου από αυτή,
Στηριζόμενος από τα αλάτια, ίχνη φλεβικών αγριόχορτων
Γύρω από τους άσπρους αστραγάλους μου. Δεν υπήρχε τίποτα
Από σένα στις διαδρομές του ουρανού, σ’εκείνα τα κομμάτια
Του ορίζοντα που υπέμενα. Όταν σηκώθηκα
Ήταν από ένα κρεβάτι: το βάρος της θάλασσας παραμερίστηκε.
Εκείνη τη νύχτα μια καταιγίδα έσκισε τον ουρανό στα δύο.
Το σκίσιμο εισέβαλε στο όνειρό μου, εισέβαλε σ’ένα δωμάτιο
Στο οποίο φιλιόμασταν αν κ δε σε ήξερα.
Η φωνή της καταιγίδας έγινε δική σου φωνή,
Οι αστραπές της των ματιών σου οι πιο υπέροχες φλέβες.
2.
Στο φώς της μέρας το γαλάζιο ήταν άδειο.
Μόνο μία πρωινή ομίχλη ακόμα κρέμονταν από
τα πεύκα
Κι έμοιαζε μια μέρα χωρίς μεγάλη σημασία
Μετά του ονείρου το sturm und drang.
Αλλά ως το βράδυ είχαν καθαρίσει τους
πυρσούς
Ξανά, και το κρασί στα ποτήρια μας
Είχε τη βαθειά λάμψη του φωτός τους
Κι έπεφτε στο πρόσωπό μας κατω από τη
βεράντα,
Όταν συμφωνήσαμε πως η χώρα μου είχε γίνει
Μια χώρα ψηλών τοίχων, έπεσε πάνω
Στο πρισματικό πρόσωπό σου και
κομματιάστηκε πάνω στο δικό μου,
Και το γυαλί του ποτηριού έτριξε στα χέρια
μου κι έσπασε.
Kετριόνα Ο' Ρέηλι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου